Φόρμα επικοινωνίας

Όνομα

Ηλεκτρονικό ταχυδρομείο *

Μήνυμα *

Πέμπτη 28 Απριλίου 2016

Σε κάποιο μπαρ

Στη μια γωνιά του μπαρ τυλιγμένοι απ' τον καπνό και λίγη αμηχανία, προσπαθώντας να βάλουμε τις σκέψεις μας σε τάξη, για να διαλέξουμε προσεκτικά τι θα πούμε, τι θα μοιραστούμε, τις στιγμές που η σιωπή γίνεται αβάσταχτη και τρομακτική.
Παίζεις με το τηλέφωνό σου κι εγώ με το δικό μου, να νιώσουμε λίγο σημαντικοί, να δείξουμε λίγο ιδιαίτεροι, πολύ διαθέσιμοι και κάπως σοβαροί, απαντάμε σε μηνύματα, λύνουμε προβλήματα, ποτέ όμως τα δικά μας.
Γεμίζεις το ποτήρι μου με λίγη ελαφρότητα, έτσι λιγάκι να με μεθύσεις, να ρίξεις τις άμυνες μου, να γκρεμίσεις τα τείχη μου κι εγώ χαμογελώ στην αδιακρισία σου, που προσπαθεί σκληρά, να μάθει τα πάντα, όσο πιο γρήγορα γίνεται και παλεύει να ανακαλύψει ξανά τον τροχό της αμάξης. Μα είναι τόσο απλό να με γνωρίσεις, απλά κοίτα με στα μάτια. Ανοιχτό βιβλίο στέκομαι μπροστά σου. Ρώτα ό,τι μπορείς να σκεφτείς, ό,τι μπορεί να θελήσεις. Θα προσπαθήσουν τα χείλη μου να σου τα κρύψουν, οι λέξεις να σε μπερδέψουν, μα τα μάτια μου ακόμα δεν έμαθαν να λένε ψέματα και πάντα με προδίδουν. Γι' αυτό και δυσκολεύομαι να σε κοιτάξω στα μάτια, αποφεύγω εντέχνως το βλέμμα σου και παρατηρώ δήθεν το χώρο και τους ανθρώπους.
Ανάβω ένα τσιγάρο, μου αρέσει η φλόγα του αναπτήρα. Θυμάμαι πόσο θέλω να παίξω με τη φωτιά, πόσο θέλω ένα παιχνίδι μαζί σου. Γιατί το δίχως άλλο είσαι φωτιά και θα με κάψεις, αλλά χαλάλι σου.
Σε παρακολουθώ όταν δε με βλέπεις κι απλώς απορώ, γιατί θέλεις να μάθεις τα πάντα, ενώ δε θέλεις τίποτα δικό σου να μου πεις. Προσπαθώ αφελώς να διαβάσω τον τρόπο που κινείς τα χέρια σου, τον τρόπο που κινείσαι στο χώρο, τον τρόπο που το βλέμμα σου ανακαλύπτει τον κόσμο
τριγύρω, τον τρόπο που πίνεις το ποτό σου, τον τρόπο που χαμογελάς βεβιασμένα κι αθώα.
Σε αφήνω ν' ανακαλύψεις σιγά σιγά τον κόσμο μου κι εσύ παλεύεις να μου ανοίξεις μια πόρτα στο δικό σου, κρύβουμε λιγάκι τη φλόγα που μας καίει, εγώ αποφασισμένη να πάρω τα ρίσκα μου, να τρέξω έναν αγώνα δρόμου μαζί σου, εσύ ψάχνοντας να βρεις τη σιγουριά και την ασφάλειά σου. Ακόμα ένα ποτό και σοβαρεύεις κι άλλο, να ήξερες άραγε πόσο μ' αρέσει αυτή η ηρεμία σου κι εκείνο το χαμόγελο που μοιάζει αληθινό.
Παίζω λίγο με το πακέτο μου, με συμπιέζει σε στιγμές που θέλω να εκραγώ σαν το Big Bang, μη με ρωτήσεις πώς, μα σου ορκίζομαι με χαλαρώνει απίστευτα, χαμηλωμένο το βλέμμα στο μπαρ και πασχίζω να το τσαλακώσω με μανία για να πνίξω μάλλον την αμηχανία μου. Κι εσύ το ξέρεις και δε μ' αφήνεις, στα όρια μου με σπρώχνεις με την περιέργεια ενός παιδιού, να δεις τι θα συμβεί μετά.
Αντέχεις; Τολμάς; Γιατί μετά έχω σκοπό να σε φιλήσω και να μη σταματήσω. Γιατί μετά έχω σκοπό να σου αφήσω ένα κομμάτι δικό μου, να με θυμάσαι. Και θα φύγω ξημερώματα, δίχως σημείωμα, δίχως τηλέφωνο, δίχως υπόσχεση, μόνο με τη γεύση των χειλιών σου στα χείλη μου και το άρωμά σου στο κορμί μου.

Τετάρτη 20 Απριλίου 2016

Παραισθήσεις

Μου λείπεις κι ας μην ήσουν ποτέ εδώ. Σε ξέρω κι ας μη σε γνώρισα ποτέ. Τους στεναγμούς σου τους αφουγκράζομαι, την οργή σου τη νιώθω στο στήθος σα φτερούγισμα, κάτι μικρές λύπες τις μετασχηματίζω σε χαρές κι ας μη μοιράστηκες μαζί μου τίποτα. Ονειρεύομαι τα μάτια σου κι ας μη χάθηκα ποτέ μέσα τους. Σε ένα χαμόγελο σου αφήνω ένα κομμάτι της ψυχής μου για παρέα στο άδειο μπαρ κι ας μην ήπιαμε ποτέ εκείνο το ποτό, ας μη μεθύσαμε, ας μη χορέψαμε με τα σώματά μας κολλημένα το ένα στ' άλλο. Νιώθω το άγγιγμα σου κι ας μη με χαϊδεψες ποτέ. Τα χέρια σου να τυλίγουν το κορμί μου σε μια αγκαλιά που μου χρωστάς. Τα δάχτυλά μας πλεγμένα σε ένα γόρδιο δεσμό σε έναν περίπατο, μια νύχτα στα σοκάκια της πόλης. Μα δεν περπάτησα ποτέ μαζί σου, συντροφιά με τις σκιές κάτω από φώτα κίτρινα. Ακούω τη φωνή σου κι ας μην ψιθύρισες ποτέ στ' αυτιά μου. Σφυρίζεις τις μελωδίες των αγαπημένων μου τραγουδιών και ζηλεύω που δε μου έμαθες ποτέ πώς. Αμήχανα καπνίζω το ένα τσιγάρο πάνω στο άλλο, σβήνω σε τασάκια ασφυκτικά γεμάτα, καταστρέφω το άδειο μου πακέτο με μανία, παίζω με τον αναπτήρα σου κι ας μη φύσηξες ποτέ σου τον καπνό, για να γεμίσεις το δωμάτιο σύννεφα. Τα χείλη σου στα δικά μου σε ένα φιλί μεθυσμένο από έρωτα, που έχει μια γεύση καφέ δυνατού, σαν άγριο ξύπνημα από λήθαργο. Κι όμως ποτέ σου δεν ανάσανες απ' την ανάσα μου. Κάτι νυχτιές γεμάτες πάθος και διαδρομές δίχως αύριο, με το πόδι σταθερά στο γκάζι και την ταχύτητα να με καρφώνει στο κάθισμα του αυτοκινήτου και να γελάς ανέμελα. Με λίγωσες κι ας μην αλητέψαμε ποτέ εμείς οι δυο. Σε μια συναυλία από εκείνες που δεν πήγαμε ποτέ, ο ρυθμός της μουσικής μας ξεσήκωνε σαν αέρας που σαρώνει τα πάντα στο διάβα του.
Είσαι παντού κι ας μην υπάρχεις πουθενά. Ίσως μονάχα, μες στου νου μου το ταξίδι. Σα μια παραίσθηση γλυκιά, σαν ξεθωριασμένη ανάμνηση ενός έρωτα, που άργησε πολύ περισσότερο από όσο μπορούσα να περιμένω. Ήρθες ή μήπως είναι ο ενθουσιασμός μου, ο φόβος για το άγνωστο κι η πρόκληση που με πλανεύουν;

Δευτέρα 18 Απριλίου 2016

Ρώσικη ρουλέτα

Στο θολωμένο σου μυαλό εκρήγνυνται ηφαίστεια. Τόση οργή, τόση ζήλια, τόση τρέλα κι απελπισία. Κι εγώ χαμογελώ μπροστά σου δίχως καμιά αίσθηση του κινδύνου. Αν είναι να χαθώ, ας είναι απόψε, ας είναι από τα χέρια σου, ας είναι με την ανάσα μου στα χείλη σου.
Από την πρώτη τη στιγμή, τον τρόπο που χαμογελούσες σαν παιδί και συνάμα σαν άντρας, τον τρόπο που μιλούσες σταράτα και ντόμπρα, τον τρόπο που με κάρφωναν τα μάτια σου, μέσα στο μεθύσι μας εκείνο που με τράβαγε σαν πεταλούδα στο φως η μορφή σου, το φιλί σου, μια νύχτα πάθους κι έρωτα, τα κορμιά μας σαν ένα.
Κάτι μου φώναζε να φύγω, μα όσο εκείνο το ένστικτο ούρλιαζε στ' αυτιά μου, τόσο ήθελα να μείνω κι άλλο λίγο ακόμα. Ο κίνδυνος ήταν πάντα το ναρκωτικό μου, το ρίσκο, να παίζουμε κορώνα-γράμματα όλη την ύπαρξή μας.
Σε βρίσκω αστείο και λιγάκι γραφικό και στη γωνιά μου δε ζαρώνω γιατί την αναρχία και την επανάσταση μέσα στο αίμα μου την έχω. Κι αν μοιάζεις λιγάκι γίγαντας καθώς ορθώνεσαι μες στο θυμό σου δε δίνω φράγκο γιατί σε βλέπω λίγο σαν ανόητο κύκλωπα κι εμένα σαν τον Οδυσσέα. 
Όσο εσύ θα εξοργίζεσαι, τόσο εγώ αντάρτισσα σε μια καινούρια μάχη. Κι αν είναι η τελευταία, δε βαριέσαι, χαλάλι σου. Γιατί τη ζωή μου την έζησα χορτάτη κι όποτε έρθει η ώρα θα είμαι έτοιμη να κάνω ένα φινάλε θεατρικό, με μπόλικο χειροκρότημα, πριν σβήσουν τα φώτα της ράμπας.
Φωνάζεις και δυναμώνω την ένταση στο ραδιόφωνο, γιατί δε με ενδιαφέρει να ακούσω τη φωνή σου, τις φαντασιοπληξίες και τις ζήλιες σου. Ελεύθερη ήμουν κι έτσι θα μείνω ως το τέλος. Δεν ήξερες ποια είμαι; Τι μου χρεώνεις τώρα, τα δικά σου τα πάθη; Με τραβάς από τους ώμους, με τραντάζεις, νομίζω είπες σε ντροπιάζω; Μπα, μάλλον δεν άκουσα καλά.
Γυρίζεις το πρόσωπό μου προς το μέρος σου, κρατάς σφιχτά το πηγούνι μου, τα χείλη μου σφιχτά με μια δόση ειρωνίας στο χαμόγελο και στο βλέμμα μου η νίκη. Λες, δεν ξέρεις που θα φτάσουμε απόψε αν δεν κάνω πίσω, αν δε σταματήσω να σε τρελαίνω και πώς τολμώ να σε αψηφώ. Εδώ θέλω να γελάσω δυνατά αλλά κάτι μου λέει πως ούτε καν αυτό δεν αξίζεις. Άκου πως τολμάω. Αστείος είσαι. Και μ' απειλείς... Τουλάχιστον αυτό έχει λίγο ενδιαφέρον.
Βλέπω το περίστροφο στο τραπέζι. Ξέρω εγώ. Ρώσικη ρουλέτα κι ό,τι γίνει.

Πέμπτη 7 Απριλίου 2016

Φοβισμένε ανθρωπάκο μου...

Σε σένα που νιώθεις μηδαμινός, μικρότερος από μια κουκίδα στο χάρτη, λιγάκι τιποτένιος κι ανίκανος, φοβισμένος μπροστά στο αύριο, στο συναίσθημα, στις επιθυμίες... Σε σένα που στέκεσαι ακλόνητος και μαρμαρωμένος και στα όνειρα ταξιδευτής που δεν μπορεί να αφεθεί απρογραμμάτιστα και να χαρεί το άγνωστο και τον αυθορμητισμό, ανελεύθερος και κλειδωμένος σε ένα δωμάτιο κλειστοφοβικό, ένα δωμάτιο πανικού, θέλω μονάχα να χαμογελάσω. Ίσως και να σου απλώσω το χέρι, να σε τραβήξω στο φως λιγάκι πιο κοντά. Θέλω να σηκώσω το πρόσωπό σου - που για τους δικούς σου λόγους κοιτάζει στο πάτωμα - και να σε κάνω να με κοιτάξεις στα μάτια. Να μοιραστούμε ένα βλέμμα, λίγη αλήθεια, γιατί τα μάτια δε λένε ψέματα ποτέ.
Δεν θέλω να ρωτήσω, ούτε να μου πεις την αιτία, θέλω μονάχα να σου δείξω λίγο από τον κόσμο μου, εκεί που έμαθα να κρύβω το δικό μου σκοτάδι, να καταχωνιάζω όλα όσα με πόνεσαν, να βασανίζω τις σκέψεις και τις τύψεις μου αθόρυβα και πλέον ανώδυνα για μένα.
Μην τρομάζεις από το άγγιγμα του χεριού μου. Μην ντρέπεσαι να βγεις στο δρόμο, να αφήσεις τον αέρα να χαϊδέψει το πρόσωπό σου, να απλώσεις τα χέρια σου στον ουρανό, να κάνεις μια ευχή, ν' αφήσεις μια προσευχή σου να φτάσει στο σύμπαν.
Κι αν νιώθεις μόνος, έρημος, αόρατος, απλώς χαμογέλασε, διώξε μακριά ό,τι σε παγιδεύει, σε φοβίζει, σου βάζει εμπόδια, ό,τι προσπαθεί να σε γειώσει, όποιον δε σε αφήνει να ανοίξεις τα φτερά σου ελεύθερος και να πετάξεις μακριά, να πειραματιστείς, ν' ανοίξεις τα μάτια σου και να ονειρευτείς ορίζοντες μακρινούς, άφησε τους δαίμονες σου να σου μιλήσουν ελεύθεροι, να σε παροτρύνουν σε τρέλες - δεν πειράζει αν μετανιώσεις μετά - ζήσε, χαμογέλα, τραγούδα δυνατά να διώξεις τη σιωπή. Άνοιξε την καρδιά σου και το μυαλό σου κι ερωτεύσου από την αρχή τον εαυτό σου, αγκαλιασέ τον, άφησε ένα φιλί να ταξιδέψει από τα υγρά χείλη σου στον ουρανό και να καβαλήσει ουράνια τόξα. Βάλε τη φαντασία σου να πλάσει κόσμους όπως εσύ θα επιθυμούσες, διηγήσου το παραμύθι σου, άρπαξε τα χέρια εκείνων που αγαπάς και τράβηξέ τους μαζί σου σε μια διαδρομή για τον παράδεισο. Εκεί που η ελευθερία κι ο δρόμος προς την τελειότητα συναντιούνται. Εκεί που οι γλάροι πετούν στην ακροθαλασσιά κι εσύ αγναντεύεις το πέλαγος. Εκεί που κάναμε πικ-νικ κάποια στιγμή σε ένα λιβάδι με κατακόκκινες παπαρούνες. Εκεί που βρέχει ασημένια αστερόσκονη τις νύχτες με καθάριο ουρανό.
Αν ακόμα είσαι εδώ και σε τυλίγει σκοτάδι βαθύ, άνοιξε μια χαραμάδα να σου ρίξω λίγο από το φως του φεγγαριού να σου ανοίξει δρόμο. Στις απαρχές του σύμπαντος, στις άκρες του γαλαξία ο χρόνος κι ο χώρος συμπιέζονται και δεν έχουν καμιά σημασία. Η αιωνιότητα κάνει τα λεπτά ανούσια, τις στιγμές ανάξιες λόγου.
Αξίζει να φοβάσαι μια ζωή που δε ζεις; Δε σ' αφήνω άλλο στο γυάλινο κόσμο σου. Βγες από την κρυψώνα σου μικρέ ανθρωπάκο. Θα σου κρατήσω για λίγο το χέρι κι ύστερα θα σε σπρώξω να φύγεις ελεύθερος μακριά. Μην περιμένεις αγκαλιές για να ευτυχήσεις. Μάθε να κηνυγάς το τέλειο. Θα πέσεις, θα χτυπήσεις μα σαν θα σηκωθείς θα κηνυγάς με περισσότερη λύσσα αυτό που σου αξίζει. Μάθε να απαιτείς, μάθε να κοιτάζεις στον καθρέφτη σου και να αναγνωρίζεις ποιος είσαι. Μάθε να σ' αγαπάς και θα σε λατρέψει η πλάση. Έλα...

Popular Posts