Μα είσαι ανοιχτό βιβλίο, ανόητη. Δεν μπορείς να κρυφτείς. Πνίγεσαι. Θέλεις να χωθείς γρήγορα στη θέση του οδηγού στο αυτοκίνητο και να βάλεις τα κλάματα, χτυπώντας τα χέρια σου πάνω στο τιμόνι.
Νομίζεις πώς μπορείς να ξεγελάσεις κανέναν; Ούτε καν εκείνον. Πώς θα κατάφερνες να φύγεις έτσι απλά με το κεφάλι σκυμμένο, χωρίς να δει τα μάτια σου; Ανόητη...
Τραβά το πρόσωπό σου προς το μέρος του και σε κοιτά στα μάτια. Δεν προλαβαίνει να ρωτήσει γιατί φεύγεις και πού πας. Του τα έχεις πει όλα. Κι εκείνος ξέρει. Ποτέ δεν ήσασταν φίλοι. Απλώς παίζατε μέχρι να πέσουν οι άμυνες, απλώς δοκίμαζε τα όριά σου, απλώς προσπαθούσε να καταλάβει τι θέλεις, να σ' αναγκάσει να πατήσεις τους φόβους σου, να σε φέρει αντιμέτωπη με τον έρωτα του. Γιατί κι εκείνος φοβόταν να σε χάσει κι η βιασύνη θα ήταν σίγουρα εχθρός σ' αυτή τη μάχη. Γιατί ήσουν πάντα δική του χωρίς να το ξέρει κανείς.
Πόσο γρήγορα μιλάνε τα μάτια και πόσα μπορούν να διηγηθούν; Δεν έχει περάσει ούτε λεπτό.
Φιλί, καπνός, αλκοόλ, φώτα που παίζουν ρυθμικά. Ένα μικρό ηλεκτροσόκ και ξανά τα μάτια του.
Πληρώνει το ποτό του, φορά το παλτό του, εσύ τρομαγμένη ξαφνικά κι απορημενη. Όταν ζωντανεύουν τα θέλω έρχεται πρώτα ο τρόμος της αλλαγής κι ένας σεισμός που γκρεμίζει τα μέχρι στιγμής δεδομένα. Σε αρπάζει απ' τους ώμους, ψιθυρίζει "Πάμε." και βρίσκεσαι κολλημένη στο πλευρό του να ακολουθείς τα βήματά του, με το μπράτσο του να τυλίγει το κορμί σου. Σταματάς απότομα. Η φωνή σου θέλει να ρωτήσει "Πού πάμε;", αλλά δεν ακούγεται τίποτα όταν ανοιγοκλείνεις το στόμα σου. Σε κοιτά, που ακόμα είσαι λίγο χαμένη, σκύβει στο πρόσωπό σου. Ξανά φιλί.
Γιατί φοβάσαι τόσο; Αυτό δεν ήθελες; Τα μάτια του άρχισαν να ανησυχούν πως έχουν κάνει λάθος. Ξύπνα!
Απλώνεις τα παγωμένα δάχτυλα σου κι αγγίζεις το μάγουλο του, σαν να άρχισες να ζωντανεύεις ξαφνικά. Αρχίζει το αίμα να κυλά στις φλέβες σου κι η καρδιά σου να χτυπά. Χαμογελάς ανακουφισμένη, τον κοιτάζεις στα μάτια. Φεύγουν τα σύννεφα. Δε σε νοιάζει τίποτα. Ό,τι γίνει. Θα πάρεις το ρίσκο και το αύριο δε θα το σκεφτείς. Φιλί. Το πρώτο δειλό. Το δεύτερο πιο αποφασισμένο. Το τρίτο της απόλυτης παράδοσης. Βουλιάζεις στα χέρια του. Χωρίς φανφάρες και δηλώσεις. Χωρίς σ' αγαπώ.
"Πάμε.", θα πεις.
Γρήγορη η διαδρομή ως το σπίτι. Η πόρτα ανοίγει κι όλα τα ρούχα στο πάτωμα. Δε σε νοιάζει τη γύμνια σου να κρύψεις γιατί απόψε ξεγύμνωσες αλήθεια την ψυχή σου. Βρε ανόητη, εκείνος είχε γδύσει την ψυχή σου εδώ και καιρό, είχε κοιτάξει καλά όλα της τα σημάδια, την είχε αγγίξει τρυφερά, την έντυσε ξανά και περίμενε.
Εδώ είσαι μικρή μου. Εδώ που σου έπρεπε. Όταν ξημερώσει βλέπουμε. Πάψε να ανησυχείς για το αύριο. Ίσως να είναι η αφετηρία πολλών πρωινών που θα ξυπνήσεις χωρίς συλλογισμούς, χωρίς μετάνοιες, ελεύθερη, στη μόνη αγκαλιά που ξέρει πώς να κλείσει γύρω σου και θα αντικρίσεις τα μόνα μάτια που σε βλέπουν αληθινά.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου